Η εκδίκηση

2014-08-27 15:58

 

Γράφει: Μαίρη Κάντα

 

Ο Χρήστος και ο Τάκης ήταν δύο πολύ αγαπημένα αδέρφια και εξαιρετικοί αστυνομικοί. Τους θαύμαζαν για την γενναιότητα τους, την σκληρή δουλειά τους και την ευγενική τους ψυχή. Μέχρι που συνέβη το μεγάλο κακό. Τα δύο αδέρφια ήρθαν αντιμέτωποι με ένα ένοπλο ληστή τραπέζης.Προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν μα αυτός πιο γρήγορος πυροβόλησε τον Τάκη και ξέφυγε. Ο θάνατος του  ήταν ακαριαίος. Ο Χρήστος όντας παρών στο θάνατο του αδερφού του, ορκίστηκε να εκδικηθεί. Θα έπιανε το δολοφόνο  ό,τι και αν γινόταν.

Άρχισε να ψάχνει παντού για τον δολοφόνο: σε κακόφημα μπαρ, σε συμμορίες του δρόμου και σε στέκια ναρκομανών. Καθώς ερευνούσε την ζωή του δολοφόνου άλλαζε ο χαρακτήρας του Χρήστου. Τώρα πια ήταν απόμακρος, δεν μιλούσε σε κανέναν, είχε κλειστεί στον εαυτό του και το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η εκδίκηση. Δεν το ένοιαζε πια η δουλειά του, ούτε οι συνάδερφοι του. Ήθελε μόνο να κάνει κακό σε αυτόν που σκότωσε το μοναδικό του στήριγμα.Μετά από μήνες έρευνας ανακάλυψε ένα κλαμπ λίγο έξω από την Αθήνα, στο οποίο συνήθιζε να πηγαίνει ο κακοποιός.

Ο Χρήστος άρχισε να σχεδιάζει την σύλληψη του δράστη. Ήταν χαρούμενος. Δεν θα έμενε ατιμώρητος αυτός που σκότωσε τον αδερφό του. Άρχισε να παρακολουθεί τα βράδια το συγκεκριμένο κλάμπ και περίμενε να εμφανιστεί ο δράστης για να τον συλλάβει. Με την σύλληψη του, όλα θα τέλειωναν. Ο Χρήστος με την βοήθεια της δικαιοσύνης θα έπαιρνε την εκδίκησή του, θα θρηνούσε για τον αδερφό του και σιγά-σιγά θα αποδεχόταν τον θάνατό του.

Είχε περάσει ένας μήνας και ο Χρήστος συνέχιζε να παρακολουθεί το κλαμπ δίχως κάποιο αποτέλεσμα. Ώσπου ένα βράδυ τον βλέπει να μπαίνει στο κλαμπ. "Πρέπει να τιμωρηθεί αυτή την στιγμή" συλλογίστηκε ο Χρήστος. Χωρίς δεύτερη σκέψη εισέβαλλε και αυτός στο κλαμπ. Δεν υπολόγισε όμως στους "φίλους" του κακοποιού. Μία ομάδα 5-6 ατόμων επιτέθηκε στον σαστισμένο Χρήστο και ο κακοποιός κατάφερε να ξεφύγει. Ό Χρήστος ήταν πολύ απογοητευμένος.Η απόφασή του να μπει ολομόναχος μέσα στο κλαμπ ήταν λανθασμένη. Ήταν τυχερός που δεν σκοτώθηκε εκεί.

Δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει. Συνέχιζε να παρακολουθεί το συγκεκριμένο κλαμπ αλλά από την εμπειρία του ως αστυνομικός γνώριζε πως ο δολοφόνος του αδερφού του δεν θα ρίσκαρε να ξαναπάει εκεί. Θα κρυβόταν αρκετά καλά ώστε να μη τον βρουν όσοι τον έψαχναν. Ο Χρήστος βυθιζόταν όλο και περισσότερο στη απόγνωση. Μάταια οι συνάδερφοι του προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν.

Μία μέρα, λίγο πριν να τελειώσει η βάρδια του Χρήστου συνελήφθη κάποιος. Την ώρα που ο συνάδερφος οδηγούσε τον συλληφθέντα στο κελί του, ο Χρήστος τον αναγνώρισε. Ήταν ο δολοφόνος του αδερφού του. Η τύχη φάνηκε να του χαμογελάει. Για πολύ λίγο όμως. Λόγω έλλειψης αρκετών αποδεικτικών στοιχείων ο συλληφθέντας Τάσος Παπαδογεωργίου δεν θα έμενε για πολύ στη φυλακή. Κατηγορήθηκε μόνο για κατοχή μικροποσότητας ναρκωτικών και σύντομα θα ήταν ελεύθερος. Κανείς δεν μπόρεσε να τον κατηγορήσει ούτε για την ληστεία της τράπεζας, ούτε για την δολοφονία του αστυνομικού.

Λίγο πριν αφεθεί ελεύθερος ο Τάσος Παπαδογεωργίου ζήτησε να μιλήσει με τον Χρήστο. Ο Χρήστος δέχτηκε να μιλήσει μαζί του.Σϋμφωνα με αυτόν, ο αδερφός του Χρήστου ήταν μπλεγμένος με εμπόριο ναρκωτικών. Γνώριζε τον δολοφόνο του από παλιά, όταν του πουλούσε ναρκωτικά. Ο Χρήστος δεν ήξερε πώς να αντιδράσει και τι να πιστέψει. Ο αγαπημένος του αδερφός ήταν έμπορος; Ένας τόσο καλός αστυνομικός και να πουλάει τον θάνατο; 

Δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό του. Νόμιζε πως θα τρελαθεί. Ζήτησε μερικές μέρες άδεια από την δουλειά του και επέστρεψε στο σπίτι. Εκεί, άρχισε νέα έρευνα. Αυτή την φορά έψαχνε το παρελθόν του αδερφού του. Άρχισε να κάνει άνω-κάτω το σπίτι που έμενε μαζί με τον αδερφό του, μήπως βρει κάτι που να εξηγεί όσα του είχε πει ο Τάσος. Δεν έβρισκε τίποτα. "Και αν το σπίτι δεν ήταν καλή κρυψώνα για τον Τάκη; Μήπως έκρυβε κάτι σημαντικό εκτός σπιτιού;" αναρωτιόνταν ο Χρήστος.

Όταν τέλειωσε η άδεια του, επέστρεψε στη δουλειά και άρχισε να ψάχνει το γραφείο και το ντουλάπι του αδερφού του. Πίστευε πως εκεί θα έβρισκε κάτι για το παρελθόν του Τάκη. Και βρήκε ένα κλειδί που άνοιγε μία θυρίδα. Ο Χρήστος δεν ήξερε τίποτα για αυτή την θυρίδα. Έτσι άρχισε να πιστεύει τα λόγια του Τάσου, του ανθρώπου που σκότωσε τον αδερφό του. Είχε θυμώσει με τον αδερφό του,ποια μυστικά έκρυβε; Τι μπορεί να είχε η θυρίδα; Έπρεπε να την ανοίξει σύντομα αλλά δεν τολμούσε.Τι θα γινόταν αν όντως ο αδερφός του ήταν έμπορος ναρκωτικών;

Οι μέρες περνούσαν και ακόμα δεν μπορούσε να πάει να ανοίξει την θυρίδα. Φοβόταν να δει τι είχε μέσα. Μα καταλάβαινε πως έπρεπε να μπει ένα τέλος σε όλο αυτό . Έτσι, μη αντέχοντας να ζει μες στη άγνοια, αποφάσισε να την ανοίξει. Χλώμιασε στη θέα όσων είδε μέσα στη θυρίδα. Είδε ένα όπλο που δεν ήταν το υπηρεσιακό του Τάκη, μία τσάντα με χρήματα και μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών. Ο Τάσος έλεγε την αλήθεια. Ο αδερφός του Χρήστου ήταν έμπορος.Φτάνοντας στο σπίτι ο Χρήστος κατέρρευσε. Ήταν απίστευτα θυμωμένος με τον αδερφό του. Πώς μπορούσε να το κάνει αυτό; Καλύτερα να μη ήξερε τίποτα για το κρυφό παρελθόν του Τάκη. Αν δεν γνώριζε για τα ναρκωτικά, θα τον θρηνούσε σαν ήρωα που σκοτώθηκε εν ώρα καθήκοντος. Θα εκδικιούνταν για τον θάνατο του. Τι θα έκανε όμως τώρα;

Ο δολοφόνος ήταν ελεύθερος, ο αδερφός του νεκρός και αυτός μόλις είχε γνωρίσει την σκοτεινή πλευρά του αδερφού του. Δεν μπορούσε να αντέξει τα νέα αυτά δεδομένα. Το μίσος του για το Τάσο δυνάμωνε. Γιατί έπρεπε να του πει αυτά για τον αδερφό του; Δεν έφτανε που τον σκότωσε μία φορά, έπρεπε να τον "σκοτώσει" και δεύτερη; Ήθελε όμως να τιμωρήσει και τον αδερφό του. Αποφάσισε να παραιτηθεί από την δουλειά, αφού πρώτα μιλήσει στο διοικητή του για όσα έμαθε για τον αδερφό του.

Την επομένη, με την παραίτηση στο χέρι  και όσα βρήκε στη θυρίδα, ο Χρήστος κατευθύνθηκε στο γραφείο του διοικητή. Πριν προλάβει να πει κάτι ο διοικητής, ο Χρήστος άφησε στο γραφείο την παραίτηση, το όπλο, τα χρήματα και τα ναρκωτικά. Με δάκρυα στα μάτια άρχισε να εξηγεί τα πάντα: πού τα βρήκε, ποιος του είπε για το "σκοτεινό" παρελθόν του αδερφού του, για την εκδίκηση που ήθελε και για την παραίτησή του.

Όταν ολοκλήρωσε αυτά που ήθελε να πει, ο διοικητής σηκώθηκε από την καρέκλα του και τον αγκάλιασε. Καταλάβαινε τον πόνο του. Τους μήνες μετά το θάνατο του Τάκη, προσπάθησε να τον στηρίξει, μα δεν τα καταφερε πολύ καλά. Τώρα ήταν η ώρα να μάθει την αλήθεια ο Χρήστος για τον Τάκη. Ο Χρήστος κάθησε και περίμενε να ακούσει αυτά που θα του έλεγε ο διοικητής του. Όχι, ο Τάκης δεν ήταν έμπορος ναρκωτικών. Ψέμματα του είχε πει ο Τάσος. 

Ο Τάκης δούλευε μυστικά για την εξάρθρωση μεγάλου κυκλώματος ναρκωτικών. Για να γίνει αυτό, έπρεπε όλοι να πιστέψουν πως ασχολούνταν με το εμπόριο ναρκωτικών. Για αυτό το λόγο, ο διοικητής του είχε παραχωρήσει την θυρίδα, τα χρήματα, ένα όπλο που δεν ήταν καταχωρημένο πουθενά και το σακουλάκι με την λευκή σκόνη. Ο Χρήστος άρχισε να κλαίει με αναφιλητά. Πώς μπόρεσε να αμφισβητήσει τον αδερφό του και να πιστέψει τον δολοφόνο του; Πώς; Δεν θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό του γι αυτό που έκανε.

Παραιτήθηκε από την δουλειά. Δεν μπορούσε να εργάζεται έχοντας τόσο μίσος για τον δολοφόνο του αδερφού του. Ο δοικητής δεν μπόρεσε να του αλλάξει γνώμη. Τα άλλοτε γαλάζια και φωτεινά μάτια του, έμοιαζαν πια τόσο σκούρα και νεκρά. Η καρδιά του ήταν παγωμένη.  Έπαψε να βγαίνει την μέρα από το σπίτι και έβγαινε μόνο την νύχτα. Άρχισε να χάνει σιγά-σιγά το μυαλό του. Ήθελε πάσα θυσία να πάρει εκδίκηση για τον αδερφό του.

"Θα τον εκδικηθώ, θα τον εκδικηθώ" μουρμούριζε σε όποιον περαστικό συναντούσε στο δρόμο. "Αφού δεν μπόρεσε να τον τιμωρήσει η δικαιοσύνη, θα τον τιμωρήσω εγώ" άρχισε να σκέφτεται. Μέσα στο θολωμένο του μυαλό, η δολοφονία του Τάσου, ήταν η μόνη λύση. Ξεκίνησε να παρακολουθεί ξανά το στέκι του Τάσου. Ήταν σίγουρος πως κάποια στιγμή θα έκανε το λάθος και θα εμφανιζόταν στο κλαμπ.

Και αυτό ακριβώς έγινε. Μετά από μέρες παρακολούθησης, ο Χρήστος είδε τον Τάσο λίγο πριν να μπει μέσα στο κλαμπ. Κατέβηκε από το αυτοκίνητο και μολις τον είδε ο Τάσος προσπάθησε να φύγει. Μα δεν πρόλαβε. Ο Χρήστος τον πυροβόλησε και έπεσε νεκρός στο έδαφος.Κατάφερε να εκδικηθεί για τον θάνατο του αδερφού του. Λίγο πριν φτάσουν οι αστυνομικοί για να τον συλλάβουν, έστρεψε το όπλο προς το μέρος του και αυτοκτόνησε.