Η πριγκίπισσα του χιονιού

2014-08-27 15:27

 

Γράφει η Γεωργία Μαρίνου

H Χιονούλα ήταν μία νεαρή πριγκίπισσα, δυστυχώς όμως μία κατάρα την κυνηγούσε. Ότι άγγιζε γινόταν πάγος. Έτσι την ονόμασαν πριγκίπισσα του Χιονιού. Αυτή η κατάρα της δόθηκε από την μητριά της, όταν ήταν ακόμη ένα μικρό μωρό. 
Οι πιστοί της υπηρέτες, έπρεπε να την οδηγήσουν στο απομακρυσμένο κάστρο πάνω στον βράχο. Εκεί ζούσε μία νεράιδα, ήταν η μόνη που μπορούσε να πάρει τα μάγια μακριά, με κάποιο αντάλλαγμα φυσικά.
Ο δρόμος δεν ήταν εύκολος. Ανέβηκαν στο πλοίο και άρχισαν να ταξιδεύουν στα παγωμένα νερά, το νησί που έψαχναν βρισκόταν στην άλλη άκρη του ωκεανού. Ομίχλη άρχισε να σκεπάζει το τοπίο, το πλοίο έπεσε πάνω σε ένα παγόβουνο. Οι υπηρέτες προσπάθησαν να ξεφύγουν αλλά εμφανίστηκε ένας γίγαντας από πάγο. Απειλούσε να τους καταστρέψει το πλοίο όπως αυτοί κατέστρεψαν το σπίτι του. Η Χιονούλα ξεχνώντας τον φόβο της πήγε στο μέρος του και του μίλησε. Του εξήγησε πως η μητριά της την παγίδευσε και εξαιτίας της ο λαός της πλέον τη μισούσε. Του υποσχέθηκε πως μπορούσε να φτιάξει το σπίτι του με ένα απλό άγγιγμα αρκεί να τους άφηνε να συνεχίσουν το ταξίδι τους με ασφάλεια. Ο γίγαντας δέχτηκε τη συμφωνία και η Χιονούλα ξανά επανέφερε τον κατεστραμμένο πάγο μ’ ένα απλό άγγιγμα.

Ο γίγαντας για να την ευχαριστήσει τους οδήγησε μέχρι το τέλος της παγωμένης λίμνης, όταν έφτασαν αναγκάστηκε να τους αφήσει να συνεχίσουν μόνοι. Τους ζήτησε συγγνώμη αλλά αν συνέχιζε παρά πέρα θα έλιωνε. Έτσι η Χιονούλα και οι υπηρέτες της συνέχισαν το δρόμο τους. Όσο πλησίαζαν στο ζεστό νησί που αναζητούσαν, η Χιονούλα άρχισε να νοιώθει περίεργα. Ο ήλιος έκαιγε το πρόσωπο της. Την πήγαν σε μία από τις καμπίνες για να ξαπλώσει.
Ξαφνικά φωτιές άρχισαν να έρχονται από τον ουρανό, έπεφταν πάνω στο πλοίο. Ο Ουίλιαμ, ένας από τους υπηρέτες, ζήτησε από τη Χιονούλα να σβήσει τις φωτιές. Βλέποντας την καταστροφή του πλοίου, κατάλαβε πως όλα αυτά ήταν έργο της μητριάς της. Η Χιονούλα πλησιάζοντας την φωτιά κόντεψε να λιποθυμήσει. Ο Ουίλιαμ ήταν εκεί κοντά της και την κράτησε. Οι φωτιές συνέχισαν να πέφτουν. Η Χιονούλα έβαλε μέχρι και την τελευταία της δύναμη για να σβήσει τη φωτιά. Και τα κατάφερε.
Όταν ο κίνδυνος πέρασε, προχώρησε προς την καμπίνα της αλλά έπεσε λιπόθυμη πριν καν φτάσει εκεί. Μερικές ώρες μετά κατάφεραν να φτάσουν στο νησί με ασφάλεια. Ο Ουίλιαμ χαρούμενος, πήγε να ξυπνήσει τη Χιονούλα. Πήγε κοντά της αλλά δεν άκουγε την αναπνοή της. Ο χτύπος της καρδιάς της είχε σταματήσει. Έτρεξε πανικόβλητος να ειδοποιήσει και τους υπόλοιπους υπηρέτες. Εκείνοι του είπαν πως έπρεπε να γυρίσουν πίσω, η μάχη είχε χαθεί.
Ο Ουίλιαμ, χωρίς να τους δώσει σημασία, έτρεξε στο βράχο που στήριζε το κάστρο. Προσπαθούσε να σκαρφαλώσει στην κορυφή του, ο βράχος ήταν τραχύς και έκανε τα χέρια του να ματώνουν. Όταν κατάφερε να ανέβει, μπήκε μέσα από το παράθυρο του κάστρου. Εκεί είδε τη νεράιδα να κάθεται στο θρόνο της. Της ζήτησε να φέρει πίσω τη Χιονούλα και να πάρει μακριά την κατάρα της. Η νεράιδα είπε πως δεν θα έκανε τίποτα χωρίς κάποιο αντάλλαγμα. Ο Ουίλιαμ προετοιμασμένος της πέταξε ένα πουγκί γεμάτο χρυσάφι. Η νεράιδα του εξήγησε πως το χρυσό δεν ήταν αυτό που επιθυμούσε. Την κοίταξε με ερωτηματικό βλέμμα. Του είπε πως αυτό που χρειαζόταν ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσε πιο πολύ η Χιονούλα.
Εκείνος τη βεβαίωσε πως δεν γνώριζε ποιον αγαπούσε η πριγκίπισσα. Η νεράιδα του είπε πως τον γνώριζε καλύτερα από τον καθένα. Ήταν ο Ουίλιαμ.
Ποτέ του δεν είχε καταλάβει πως τα αισθήματα της Χιονούλας θα μπορούσαν να είναι ίδια με τα δικά του. Εκείνος δέχτηκε να μείνει με την νεράιδα αλλά πρώτα θέλησε να αποχαιρετήσει την αγαπημένη του. Πήγε στο πλοίο και την φίλησε για πρώτη και τελευταία φορά. Ο Ουίλιαμ με δάκρια στα μάτια ήταν έτοιμος να φύγει, όταν άκουσε τη φωνή της Χιονούλας πίσω του να τον αναζητά. Γύρισε αμέσως πίσω και την έσφιξε στην αγκαλιά του, την ξανά φίλησε, το σώμα της δεν ήταν πλέον παγωμένο σαν κάτι να είχε αλλάξει. Μπροστά τους εμφανίστηκε η νεράιδα λέγοντας τους πως με το φιλί αληθινής αγάπης η κατάρα έσπασε. Ο Ουίλιαμ δεν ήταν πλέον αναγκασμένος να μείνει με τη νεράιδα, ήταν απλά κόλπο για να βεβαιωθεί πως ο αυτός ο άντρας ήταν ο μελλοντικός βασιλιάς.
Σύντομα η Χιονούλα μαζί με τους υπόλοιπους γύρισαν στο βασίλειο της. Αμέσως εξόρισε τη μητριά της σε ένα μακρινό δάσος όπου εκεί δεν υπήρχε μαγεία κι έτσι δεν θα μπορούσε να πειράξει κανέναν. Λίγο καιρό μετά παντρεύτηκε τον αγαπημένο της Ουίλιαμ. Το βασίλειο τους ήταν το πιο ευτυχισμένο απ όλα. Πλέον κανείς δεν την αποκαλούσε πριγκίπισσα του χιονιού…