Από τον «επίσκυρο» στο σύγχρονο ποδόσφαιρο
Γράφει: Μαίρη Κάντα
Ποδόσφαιρο: Ο «βασιλιάς των σπορ», το λατρεμένο άθλημα για το αντρικό μα και το γυναικείο φύλο. Το κορυφαίο παιχνίδι άσκησης, διασκέδασης, άθλησης, έντασης ακόμα και επεισοδίων όλου του πλανήτη. Από πού προέρχεται ιστορικά το ποδόσφαιρο; Σίγουρα έχουμε αναρωτηθεί πολλές φορές. Ήρθε λοιπόν η ώρα να μάθουμε την προέλευσή του.
Ο πολύς κόσμος πιστεύει ότι το ποδόσφαιρο είναι αγγλική υπόθεση. Πράγματι, η σημερινή μορφή του ποδοσφαίρου προήλθε από τους Άγγλους και η προσφορά των Άγγλων ήταν τεράστια στο άθλημα αυτό. Όμως η ανακάλυψη του αθλήματος δεν ανήκει στο Μεγάλο Νησί. Η προέλευση του ποδοσφαίρου χάνεται κυριολεκτικά στα βάθη του παρελθόντος. Πολλά ιστορικά στοιχεία υπάρχουν που μαρτυρούν την ύπαρξη προγενέστερων τύπων ποδοσφαίρου στη Κίνα, στη αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη. Παίζονταν πολλά παιχνίδια με αντικείμενα που έμοιαζαν με μπάλα. Ωστόσο, δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το ποδόσφαιρο αποτελεί την απευθείας εξέλιξη κάποιου από αυτά τα παιχνίδια της αρχαιότητας.
Στη Κίνα παιζόταν ένα είδος ποδοσφαίρου, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες. Υπάρχουν δύο εκδοχές για το ποδόσφαιρο στη Κίνα. Η πρώτη αναφέρεται στο 4ο αιώνα πΧ περίοδο, κατά τη οποία οι Κινέζοι όχι μόνο έπαιζαν ποδόσφαιρο αλλά το θεωρούσαν και μέρος της εκπαίδευσης των στρατιωτών, η οποία γενικεύτηκε στις ημέρες της δυναστείας των Χαν (206-25 πΧ). Το ονόμασαν «Τσίου Σίου» ή «Τσίου Χίου». Παιζόταν με μία μπάλα από πετσί, παραγεμισμένη με κουρέλια ή γυναικεία μαλλιά. Την μπάλα την κλωτσούσαν προς ένα «τέρμα» φτιαγμένο από μπαμπού 3-4 μέτρων πίσω από το οποίο ήταν τεντωμένο ένα δίχτυ από μετάξι σύμφωνα με κάποια ιστορικά κείμενα. Η δεύτερη εκδοχή αναφέρεται στο 1697 πΧ περίοδο κατά την οποία ο αυτοκράτορας Χουάγκ Τι είχε τα γενέθλια του και πρόσφερε σε μερίδα υπηκόων του μία πέτσινη μπάλα για να την χρησιμοποιήσουν στις εορταστικές εκδηλώσεις.
Στη αρχαία Ελλάδα την μεγαλύτερη επιτυχία γνώρισε το παιχνίδι «επίσκυρος» που είχε πάρει το όνομά του από την γραμμή με σκύρα που χώριζε το γήπεδο. Ανάγλυφο του 4ου αιώνα πΧ που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αθηνών απεικονίζει ένα έφηβο να παίζει τη σφαίρα με το πόδι χωρίς όμως ωστόσο να σχετίζεται με το ποδόσφαιρο όμοιο με το σύγχρονο. Επίσης από ανασκαφές που έκαναν στη Σαμοθράκη οι Αμερικάνοι με επικεφαλής την Ελίζαμπεθ Ντουζμπερι και τον Έλληνα αρχαιολόγο Ανδρέα Βαβρίτση, προήλθε ένα σημαντικό εύρημα, μία μπάλα ποδοσφαίρου. Σ΄ένα τάφο του 3ου πΧ αιώνα, βρέθηκε μεταξύ άλλων σε ένα πήλινο συμπαγές ομοίωμα μπάλας, που μοιάζει με τις μπάλες που χρησιμοποιούνται στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
Οι Ρωμαίοι αντέγραψαν το παιχνίδι που είδαν από τους Έλληνες και αφού το βελτίωσαν λίγο το ονόμασαν «Harapastum”. To’Harapastum” έπαιζαν κυρίως οι στρατιώτες. Υπήρχαν δύο τύποι μπάλας, σύμφωνα με τον Μαρτιάλα: α) η “Pilapaganica” που την χρησιμοποιούσαν οι χωρικοί και φτιάχνονταν από δέρμα, ενώ ήταν γεμισμένη με πούπουλα και β) η “fallies” που ήταν από δέρμα αλλά γεμισμένη με μία φούσκα γεμάτη αέρα. Μετά τη Ρώμη, τα αγωνίσματα τα μπάλας τα γνώρισαν οι Γαλάτες.
Στο μεσαίωνα, το παιχνίδι της μπάλας εξέφραζε τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε γειτονικά χωριά ή μεταξύ φατριών του ίδιου χωριού. Παίζονταν με διαφορετικούς κανονισμούς από τόπο σε τόπο και ήταν εντελώς διαφορετικοί από εκείνους της αρχαιότητας. Η επιδίωξη της νίκης γινόταν με ιδιαίτερο φανατισμό, κάτι που άρχισε να προβληματίζει τους φορείς της εξουσίας.Έτσι, ο Έρρικος ο Β’ της Αγγλίας έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει το παιχνίδι γιατί ο μεγάλος ενθουσιασμ΄΄ος που έδειχναν οι υπήκοοι του, οδηγούσε πολλές φορές σε υπερβολές και ακρότητες.
Το παιχνίδι με την μπάλα ξεκίνησε στους αγρούς ανάμεσα σε αγροτόπαιδα και μαθητευόμενους. Ήταν ένα λαΐκό παιχνίδι με ραγδαία ανάπτυξη που ανήκε στο λαό.Όμως για την υψηλή κοινωνία αυτό το παιχνίδι ήταν ένα χυδαίο, θορυβώδες χόμπι και από τον 14ο αιώνα και μετά, ο αξιοσέβαστος κύκλος το παρατηρούσε με αποστροφή και κατέβαλλε συνεχείς προσπάθειες για να εμποδιστεί η ανάπτυξή του. Υποστήριζε πως κρατούσε τους ανθρώπους μακριά από την άσκηση των χριστιανικών τους καθηκόντων και από τα επαγγέλματά τους. Παρ΄όλα αυτά ο κόσμος συνέχιζε να παίζει. Δεν θα μπορούσε όμως αυτό ακόμα να χαρακτηριστεί ως ποδόσφαιρο. Τα παιχνίδια στους δρόμους κατέληξαν να ονομάζονται «ποδόσφαιρο του όχλου» γιατί δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μικρές και βίαιες βιομαχίες.
Η Φλωρεντία είναι η πόλη στη οποία το ποδόσφαιρο βρήκε την μεγαλύτερη διάδοση κατά την εποχή των Μεδίκων. Το ποδόσφαιρο στη Φλωρεντία παιζόταν τις ημέρες των μεγάλων γιορτών και ήταν τόσο διαδεδομένο ώστε συχνά και οι πιο λαμπροί άρχοντες και οι πιο διάσημοι καλλιτέχνες δεν δίσταζαν να συμμετάσχουν στο αγώνα. Ο Κλημέντας ο Γ, ο Λέοντας ο Ι’ και ο Ουρβανός ο Ζ’ είναι τρεις άνθρωποι που ασχολήθηκαν φανατικά με το άθλημα και μετέπειτα κατέλαβαν τον Παπικό θρόνο. Οι ποδοσφαιρικές συναντήσεις γίνονταν στη Πλατεία της Σάντα Κρότσε. Οι ομάδες ονομάζονταν Partiri και ήταν δύο: οι «πράσινοι» της αριστερής όχθης του Άρνου και οι «Λευκοί» της δεξιάς όχθης. Όταν μία ομάδα κέρδιζε τον αγώνα έπαιρνε ως έπαθλο τα λάβαρα της αντίπαλης ομάδας.
Η απόφαση του Ιάκωβου του Α’ του Στίουαρτ να εξεδώσει στη Αγγλία το 1617 την “Decleration of Sports” δημιούργησε νέα δεδομένα και νέες προοπτικές. Ο ίδιος κατάργησε όλες τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς που υπήρχαν σχετικά με το ποδόσφαιρο και ευνόησε τη γρήγορη διάδοση του ποδοσφαίρου στα κολέγια. Μία παράδοση αναφέρει ότι ο αριθμός των παικτών μίας ποδοσφαιρικής ομάδας καθιερώθηκε από τον αριθμό των σπουδαστών κάθε θαλάμου κολεγίου που ήταν δέκα σύν ένα παιδαγωγό, οι οποίοι αποτελούσαν και την ομάδα.
Μέχρι και το 1820 παρότι το ποδόσφαιρο δεν είχε πάρει ακόμα το όνομα “football” χρησιμοποιείτο ο όρος «οφσάιντ’ και είχε κανονισμούς παραπλήσιους με τους σημερινούς. Το 1849 έγιναν στο Κέμπριτζ αγώνες ποδοσφαίρου σύμφωνα με κανονισμούς που πήραν το όνομα της πόλης. Αν και οι κανονισμοί αυτοί διατηρήθηκαν πολύ λίγο, συνέβαλαν σημαντικά στη ενοποίηση και στη κωδικοποίηση του πρώτου τεχνικού κανονισμού. Η 26η Οκτωβρίου 1863 θεωρείται η επίσημη ημερομηνία γέννησης του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Τότε ιδρύεται η πρώτη ομοσπονδία ποδοσφαίρου και στις 8 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου θεσπίζονται οι πρώτοι αμοιβαία αποδεκτοί κανόνες για το άθλημα.
Η πρώτη ομάδα του σύγχρονου πια ποδόσφαιρου, η «Σέφιλντ» δημιουργήθηκε στις 24 Οκτωβρίου του 1857 ενώ η δεύτερη, η «Νοτς Κάουντι» στις 7 Δεκεμβρίου του 1864. Οι δύο αυτές ομάδες «συγκρούστηκαν» για πρώτη φορά την περίοδο 1864-65 στο πρώτο καταγεγραμμένο ματς μεταξύ ομάδων της νεοσύστατης Ποδοσφαιρικής Λίγκας. Το παιχνίδι πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιανουαρίου στο Νότιγχαμ με νικήτρια την ομάδα του Σέφιλντ (1-0) Το Κύπελλο Αγγλίας, ο παλαιότερος θεσμός στη ιστορία του σύγχρονου ποδοσφαίρου διεξήχθη για πρώτη φορά το 1871 με αντίπαλες στο τελικό τις ομάδες «Γουόντερερς» και «Ροιγιαλ Ιτζήνιαρς» με νικήτρια την πρώτη με 1-0.
Η διάδοση του ποδοσφαίρου δημιούργησε την ανάγκη κωδικοποίησης των Κανονισμών. Έτσι, το 1882 οι τέσσερις βρετανικές ομοσπονδίες ίδρυσαν το Διεθνές Συμβούλιο «International Board” που κωδικοποίησε τους κανονισμούς και που μέχρι σήμερα εξακολουθεί να τους ελέγχει και τους τροποποιεί. Το ποδόσφαιρο διαδόθηκε με μεγάλη ταχύτητα στη Λατινική Αμερική κυρίως από Άγγλους ναυτικούς και υπάλληλους εμπορικών εταιρειών.
Το 1904 με πρωτοβουλία του Γάλλου Ζιλ Ρίμε ιδρύθηκε η FIFA (Federation Internationale de Football Association). Ένας διεθνής οργανισμός δηλαδή, για τον προγραμματισμό και το έλεγχο των διεθνών ποδοσφαιρικών αγώνων και την ενιαία εφαρμογή των κανονισμών. Στη αρχή, στη δύναμη της FIFA ανήκαν μόνο 7 χώρες.
Στη Ελλάδα, το ποδόσφαιρο άρχισε να εμφανίζεται λίγο πριν από τις αρχές του 20ου αιώνα όταν στα λιμάνια του Πειραιά, της Πάτρας, της Θεσσαλονίκης, της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης έφταναν αγγλικά πολεμικά πλοία και έπαιζαν οι ναύτες μεταξύ τους ποδόσφαιρο. Παράλληλα, πολλοί Έλληνες φοιτητές σε αγγλικά πανεπιστήμια αλλά και μετανάστες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες επέστρεφαν στη Ελλάδα φέρνοντας μαζί τους και το ποδόσφαιρο.
Επίσημα, το άθλημα εμφανίζεται το 1899 όταν η Διοίκηση του Σ.Ε.ΓΑΣ στο οποίο υπαγόταν τότε το ποδόσφαιρο αποφάσισε στις 12-1-1899 να προκηρύξει ποδοσφαιρικούς αγώνες. Ο Ιωάννης Χρυσάφης έκανε την πρώτη επίσημη μετάφραση των κανονισμών του ποδοσφαίρου το 1898, ενώ οι πρώτες ομάδες που εμφανίζονται είναι ο «Εθνικός Γυμναστικός Σύλλογος» και ο «Πανελλήνιος’ στη Αθήνα, ο «Πειραικός Σύνδεσμος» στον Πειραιά, ο «Πανιώνιος» και ο «Απόλλωνας’ στη Σμύρνη και η «Πέρα Κλούμ» στη Κωνσταντινούπολη.
Η πρώτη εθνική ομάδα συγκροτήθηκε το 1906. Το ποδόσφαιρο, από το 1907 εισάγεται στα σχολεία και αρχίζουν να γίνονται αγώνες ανάμεσα σε μαθητές γυμνασίων και μεταξύ φοιτητών, ενώ το 1908 ιδρύεται ο «Ποδοσφαιρικός Αθλητικός Όμιλος Αθηνών» ο οποίος το 1923 μετονομάστηκε σε «Παναθηναικό Αθλητικό Όμιλο». Το ποδόσφαιρο παραμένει στον ΣΕΓΑΣ μέχρι το 1923 όταν οι σύλλογοι ιδρύουν την ΕΠΣΕ.
Τελειώνοντας, το 1925 ιδρύεται ο «Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς». Ένα χρόνο αργότερα, το 1926 οι ποδοσφαιρικές ενώσεις Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκης ιδρύουν την ΕΠΟ (Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία) στη οποία υπάγονται μέχρι σήμερα όλες οι ποδοσφαιρικές ενώσεις της χώρας.