Bad Wolf
Γράφει: Μαίρη Κάντα
Απόγευμα Σαββάτου και στα γραφεία της εφημερίδας «Freedom», όλα κυλούσαν ομαλά. Το φύλλο της επόμενης μέρας είχε ήδη ετοιμαστεί και οι εργαζόμενοι χαλάρωναν κουβεντιάζοντας. Ένα ανώνυμο γράμμα που έφτασε στη εφημερίδα , ήρθε να ταράξει την ηρεμία του απογεύματος.
Ο Ορέστης, αρχισυντάκτης της εφημερίδας, κλήθηκε να ανοίξει το γράμμα. Διστακτικά, σαν να ήξερε ήδη πως το γράμμα δεν ήταν για καλό, έσκισε το φάκελο. Στο γραφείο του έπεσαν μία φωτογραφία και ένα σημείωμα. Σήκωσε την φωτογραφία και είδε μία νεαρή γυναίκα νεκρή σε ένα πάρκο ντυμένη με μία στολή «Κοκκινοσκουφίτσας». Το σημείωμα έγραφε: «Ο Κακός Λύκος επέστρεψε. Προσέξτε!» Σοκαρισμένος, ο Ορέστης τηλεφώνησε αμέσως στη αστυνομία.
Στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής, το κλίμα ήταν γιορταστικό. Μετά από έξι μήνες απουσίας, η αστυνομικός Ναταλία Παπαδήμα επέστρεψε στη εργασία της. Την γιορτινή ατμόσφαιρα σταμάτησε απότομα ένα τηλεφώνημα. Κάποιος από τα γραφεία μίας εφημερίδας, τους ενημέρωσε για μία δολοφονία καθώς και για ένα γράμμα που στάλθηκε στη εφημερίδα.
Μερικοί αστυνομικοί κλήθηκαν να πάνε στο τόπο του εγκλήματος. Η Ναταλία βρέθηκε στα γραφεία της εφημερίδας «Freedom» για να ερευνήσει το ανώνυμο γράμμα. Ποιος έστειλε το γράμμα; Ο ίδιος ο δολοφόνος ή μήπως κάποιος άλλος; Γιατί το θύμα ήταν ντυμένο «Κοκκινοσκουφίτσα»; Έπρεπε να δοθούν απαντήσεις σε πολλά «γιατί».
Λίγες ώρες αργότερα, στο τμήμα έγινε ταυτοποίηση του θύματος. Το νεαρό κορίτσι που δολοφονήθηκε ονομαζόταν Ηλέκτρα Παπαγιαννοπούλου και ήταν φοιτήτρια δραματικής σχολής. Η Ναταλία ανέλαβε την υπόθεση. Έπρεπε να βρει σύντομα τον δολοφόνο της άτυχης κοπέλας, για να «πληρώσει» για την πράξη του.
Αρχικά, η Ναταλία έκανε έρευνες στο περιβάλλον του θύματος. Ίσως ο δολοφόνος βρισκόταν ανάμεσα στους γνωστούς της κοπέλας. Κάποιος φίλος; Κάποιος συγγενής; Κάποιος συνάδερφος; Σε μία υπόθεση δολοφονίας όλα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά και η Ναταλία το γνώριζε πολύ καλά αυτό. Σύμφωνα με τις έρευνες, το θύμα δεν είχε κάποια σχέση ενώ ήταν πολύ αγαπητή από όλους. Το πρωί δούλευε σε ένα σούπερ μάρκετ και το απόγευμα σπούδαζε υποκριτική.
Βράδιασε και η Ναταλία δούλευε στο τμήμα. Διάβαζε ξανά και ξανά το γράμμα που είχε σταλθεί στα γραφεία της εφημερίδας και προσπαθούσε να βρει τον αποστολέα του γράμματος. Τις σκέψεις της διέκοψε ένα γράμμα που βρέθηκε στο γραφείο ενός συνάδερφου της. Ποιος πήγε το γράμμα μέχρι εκεί, κανένας στο τμήμα δεν ήξερε. Ήταν και αυτό ανώνυμο. Αμέσως το πήρε στα χέρια της και είδε άλλη μία νεκρή κοπέλα ντυμένη με στολή «Κοκκινοσκουφίτσας». Στο χέρι της ήταν χαραγμένη η φράση: «Bad Wolf». Αμέσως η Ναταλία σήμανε συναγερμό. Έπρεπε όλοι οι αστυνομικοί να συγκεντρωθούν για να ξεδιαλύνουν την υπόθεση. Το δεύτερο θύμα δολοφονίας μέσα σε λίγες ώρες, υποδήλωνε την ύπαρξη ενός κατά συρροή δολοφόνου. Έπρεπε να δράσουν γρήγορα για να μη υπάρξουν και άλλα θύματα.
Το δεύτερο θύμα ονομαζόταν Ελπίδα Παπαστεφάνου, ήταν 23 ετών και σπούδαζε επίσης υποκριτική στη ίδια σχολή με το πρώτο θύμα. Είχε στραγγαλιστεί με το ίδιο τρόπο που είχε στραγγαλιστεί και η πρώτη άτυχη κοπέλα και φορούσε παρόμοια στολή με το πρώτο θύμα.
Δεν χωρούσαν αμφιβολίες. Οι δύο γυναίκες δολοφονήθηκαν από τον ίδιο άνθρωπο. Κάποιος σκότωνε φοιτήτριες δραματικής σχολής.
Η Ναταλία είχε εντυπωσιαστεί με τον τρόπο δράσης του δολοφόνου. Προσέγγιζε μόνο φοιτήτριες δραματικής σχολής, τους έντυνε με την στολή της «Κοκκινοσκουφίτσας», ίσως απωθημένο της παιδικής του ηλικίας, τοποθετούσε τα πτώματα σε ανοιχτούς χώρους, γεμάτους κόσμο και έστελνε μηνύματα με την υπογραφή του. Δεν ήθελε να κρυφτεί, φανέρωνε τα εγκλήματα του. Ήθελε να συλληφθεί προτού να κάνει και άλλο έγκλημα ή πίστευε πως δεν μπορούσε κανένας να τον συλλάβει;
Κανείς δεν ήξερε, αλλά τα περιθώρια στένευαν. Έπρεπε να κρατήσουν κρυφές τις δύο δολοφονίες από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για να μη πανικοβληθούν οι πολίτες, αλλά και για να μη γνωρίζει ο δράστης τα σχέδια της αστυνομίας. Ακόμα, είχαν κληθεί αστυνομικοί να ελέγξουν όλες τις δραματικές σχολές της πόλης και να τις παρακολουθούν στενά αλλά και διακριτικά. Δεν ήθελαν να κινήσουν υποψίες.
Η Ναταλία θα δρούσε μυστικά στη σχολή όπου φοιτούσαν τα δύο θύματα. Αν ήταν τυχερή, ο δράστης θα «χτυπούσε» ξανά στο ίδιο σημείο. Έτσι έγινε το «δόλωμα» υποδυόμενη την φοιτήτρια. Σε κοντινή απόσταση θα υπήρχαν αστυνομικοί για να προσέχουν τις κινήσεις της. Για αρκετές ώρες, η αστυνομικός καθόταν στη καφετέρια δίπλα από την σχολή, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ώσπου άρχισε να νυχτώνει.
Τότε είδε από μακριά να την πλησιάζει ένας άντρας. Ήταν ψηλός, μελαχρινός με μία μικρή ουλή στο μάγουλο. Κάθισε σε ένα τραπέζι κοντά στη Ναταλία και την κοιτούσε επίμονα. Στη συνέχεια, πλησίασε την γυναίκα και της συστήθηκε. Το όνομα του ήταν Αντώνης. Πρότεινε να την κεράσει μία κούπα ζεστής σοκολάτας και η Ναταλία δέχτηκε. Έπρεπε να μείνει πιστή στο ρόλο της φοιτήτριας.
Άρχισαν να συζητούν. Ο Αντώνης φλέρταρε την Ναταλία και εκείνη προσπαθούσε να του αποσπάσει πληροφορίες. Πάνω στη κουβέντα, ο άντρας της είπε πως η μητέρα του ήταν ηθοποιός και για αυτό προτιμά τις φοιτήτριες υποκριτικής. Η Ναταλία άρχισε να νοιώθει άβολα με την συζήτηση. Ίσως απέναντι της ήταν ο δράστης που έψαχνε. Προσπάθησε να μείνει ψύχραιμη για να μη καταλάβει κάτι ο Αντώνης. Λίγο αργότερα, ο άντρας της ζήτησε να τον συνοδέψει στο σπίτι του για ένα ποτό. Δέχτηκε. Ήξερε πως με το που θα έβγαιναν από την καφετέρια, οι αστυνομικοί που ήταν μέσα στο περιπολικό, θα τους ακολουθούσαν.
Έφτασαν στο σπίτι του Αντώνη. Η Ναταλία είδε μία στολή κοκκινοσκουφίτσας πρόχειρα κρυμμένη κάτω από το καναπέ του σαλονιού. Εκεί ο άντρας έδειξε ένα διαφορετικό πρόσωπο από αυτό στη καφετέρια. Την κέρασε ένα ποτό και άρχισε να της φέρεται άσχημα. Άρχισε να την φιλάει και να την αγγίζει σε όλο το σώμα. Η Ναταλία δεν ήθελε. Όταν αντέδρασε, την χαστούκισε και την έβρισε. Προσπάθησε να την βιάσει. Την κρατούσε σφιχτά. Η αστυνομικός κατάφερε να του ξεφύγει και να βγάλει από την τσάντα της το υπηρεσιακό της όπλο.
Την ίδια στιγμή, στο σπίτι εισέβαλλαν οι αστυνομικοί και συνέλαβαν τον ύποπτο. Στο σπίτι του βρέθηκαν 3 στολές «Κοκκινοσκουφίτσας» και φωτογραφίες διαφόρων νεαρών γυναικών Αυτός ήταν σίγουρα ο δολοφόνος των δύο γυναικών ή ένας επίδοξος βιαστής; Τα στοιχεία που βρέθηκαν στο σπίτι του ήταν ικανά για να τον καταδικάσουν σε ισόβια κάθειρξη; Όλα θα κρίνονταν από την κατάθεση του υπόπτου.
Η Ναταλία ανέλαβε την ανάκριση του Αντώνη. Αυτός δεν δυσκόλεψε καθόλου τα πράγματα. Όταν βρέθηκε στο τμήμα, ομολόγησε εύκολα τους φόνους των δύο κοριτσιών. Γελούσε καθώς μιλούσε για τα δύο νεαρά κορίτσια. «Ήταν πολύ όμορφες, δεν μπόρεσα να αντισταθώ και τώρα είναι νεκρές» ήταν τα λόγια του. . Μιλούσε με απάθεια, χωρίς να τον ενδιέφερε πόσα χρόνια θα μείνει στη φυλακή ή πόσο πόνο είχε προκαλέσει.
Η Ναταλία τον άκουγε σοκαρισμένη. Αφού τέλειωσε την ομολογία του, οδηγήθηκε στη φυλακή. Δύο μέρες αργότερα, ο Αντώνης κρεμάστηκε στο κελί του. Δίπλα από το άψυχο κορμί του βρέθηκε ένα σημείωμα που έγραφε: «Ο Bad Wolf ζει και θα ζει για πάντα».
Κανείς δεν ανησύχησε ιδιαίτερα με το σημείωμα του αυτόχειρα. Πίστεψαν πως ο δράστης το έγραψε μόνο για να δημιουργήσει τρόμο τριγύρω του. Έτσι το σημείωμα μπήκε στο αρχείο. Η υπόθεση της διπλής δολοφονίας είχε διαλευκανθεί. Δεν θα απασχολούσε ξανά τους αστυνομικούς. Ήταν όλοι ικανοποιημένοι για αυτή την σύλληψη…
Τέσσερις μήνες αργότερα, ένα ανώνυμο γράμμα με τη φωτογραφία μίας νεκρής ντυμένης με στολή «Κοκκινοσκουφίτσα» στάλθηκε σε ένα τηλεοπτικό σταθμό. Στο σώμα της ήταν χαραγμένη η φράση «Bad Wolf»….