Χριστουγεννιάτικη βραδιά
Γράφει: Χριστίνα Καρρά (συγγραφέας)
Η αλήθεια ήταν πως η Στεφανία τα είχε τσούξει τα σφηνάκια της εκείνο το βραδάκι του Δεκέμβρη. Άνετα θα μπορούσε να διεκδικήσει με αξιώσεις τον τίτλο του θηλυκού Ορέστη Μακρή! Με μια νέα μπουκάλα στο χέρι κατευθύνθηκε προς το σαλόνι το οποίο είχε τόσα φώτα που μπροστά του τα καζίνο του Λας Βέγκας έμοιαζαν σκοτεινά κι αθέατα από ανθρώπινο μάτι! Η απόλυτη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, το απόλυτο προσωπικό της δράμα! Και πόσα δεν είχαν συμβεί όλο αυτό το διάστημα! Από υπάλληλος σε πολυεθνική εταιρεία είχε καταντήσει υπάλληλος του δήμου στον τομέα της....καθαριότητας. Η προσωπική της ζωή πάλι δεν ήταν αυτό που κάποιοι θα ονόμαζαν ρόδινη. Ο σύζυγός της δεν έβρισκε πλέον τον λόγο να μοιράζεται την κλίνη μαζί της παρά προτιμούσε το στενό ράντζο της γειτόνισσας της οποίας οι διαστάσεις ήταν πολύ κοντά σε εκείνες του Οβελίξ!
Με γρήγορες σχεδόν σπασμωδικές κινήσεις έστρωσε το ακριβό της φόρεμα, τι την είχε πιάσει και το αγόρασε για το ρεβεγιόν, αφού μόνη της το γιόρταζε φέτος. Τα δάχτυλά την κινήθηκαν στα στολίδια του δέντρου. ”Πιο κιτς πεθαίνεις!” σκέφτηκε κι άρχισε να γελάει σαν δαιμονισμένη πριν τον εξορκισμό της. Η μπουκάλα κυλούσε ηδονικά στο λαρύγγι της το οποίο κάθε τόσο παρίστανε το στεγνό. Σκέψεις παρανοϊκές και λογικές ενώθηκαν σε ένα σαν μια γροθιά μπερδεύοντάς την τόσο μα τόσο πολύ! Πώς είχε γίνει έτσι; Γιατί να μην μπορεί να είναι όλα όπως παλιά; Πόσο θα’θελε να χωθεί ξανά στο κουκούλι της φιλόξενης μήτρας της μάνας της, να γίνει πάλι έμβρυο που δεν γνωρίζει ακόμη τι εστί ζωή!
Ο χτύπος στην πόρτα την έβγαλε από όλο αυτό το παραλήρημα. Μπροστά της στεκόταν μια φίλη από τα παλιά. Ποτέ της δεν πίστευε σε θαύματα και σε συμπτώσεις μα τώρα μάλλον καταλάβαινε πως είχε κάνει λάθος. Είπαν πολλά, γέλασαν, έκλαψαν ένωσαν τις λύπες τους έψαξαν για νέες χαρές. Ναι τελικά η ζωή ήταν ωραία...