H ιστορία των κόμικς

2014-08-28 01:16

Γράφει: Μαίρη Κάντα

 

Η λέξη «κόμικς» προέρχεται ετυμολογικά από την λέξη «κωμικός» κι αυτό γιατί οι πρώτες ιστορίες ήταν κωμικού περιεχομένου. Σύμφωνα με τον ορισμό, «κόμικς» είναι η τέχνη της αφήγησης ιστοριών με διαδοχή σχεδιασμένων εικόνων στη τυπογραφική επιφάνεια. Σύμφωνα με τον ορισμό τα κόμικς αφηγούνται πάντα ιστορίες οποιουδήποτε περιεχομένου. Για να υπάρξει κόμικς πρέπει να υπάρχουν διαδοχικές εικόνες όπου η μία συνεχίζει το νόημα της άλλης. Μία ιστορία κόμικς είναι πάντα τυπωμένη σε χαρτί.



Τα κόμικς αποτελούν τέχνη, την 9η τέχνη. Είναι μία τέχνη που έχει προοπτικές να αναπτυχθεί στο μέλλον αλλά δυστυχώς έχει κατηγορηθεί από πολλούς γι αυτό και θα ήταν ριψοκίνδυνο να την θεωρήσουμε πραγματική τέχνη. Όσο αφορά την δομή των κόμικς, αποτελούνται από τουλάχιστον δύο εικόνες, και στη περίπτωση που υπάρχει κείμενο, αυτό δεν λειτουργεί ποτέ εις βάρος των εικόνων.

Ο Πέτρος Μαρτινίδης χρησιμοποιεί τον όρο «εικονογραφήγηση». Αυτός ο όρος δεν δεσμεύει την θεματική των ιστοριών, κάτι που κάνει ο όρος «κόμικς» , ο οποίος παραπέμπει σε ιστορίες κωμικού περιεχομένου. Η διαφορά ανάμεσα στην «εικογραφήγηση» και στην «εικονογράφηση» είναι ότι στη τελευταία οι εικόνες λειτουργούν διακοσμητικά ενώ στην πρώτη αποτελούν το βασικό στοιχείο για την αφήγηση των ιστοριών. Συνεπώς, ο όρος «εικονογραφήγηση» είναι καταλληλότερος γιατί περικλείει όλα τα χαρακτηριστικά των ιστοριών κόμικς.

Προγόνους των εικονογραφηγημάτων , θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε παραστάσεις σε πρωτόγονα σπήλαια ή σε αρχαιοελληνικούς αμφορείς, όπως επίσης και αναπαραστάσεις της ζωής του Χριστού και των αγίων σε χειρόγραφα ή εκκλησίες, καθώς από πολύ παλιά ο άνθρωπος προσπάθησε να αναπαραστήσει την κίνηση.

Η πρώτη ιστορία κόμικς ήταν ελβετικής καταγωγής ο δημιουργός της οποίας ήταν ο Ροδόλφος Τόπφερ. Αναδημοσίευση αυτής της ιστορίας είχε γίνει στα αγγλικά το 1842, μισό αιώνα περίπου πριν κυκλοφορήσει στη Αμερική το «Κίτρινο Παιδί» (1896) το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία και η θεματολογία των ιστοριών του απευθυνόταν κατά κύριο λόγο στο παιδικό κοινό. Την δεκαετία του ΄30 στη Αμερική έκαναν την εμφάνισή τους ο Σούπερμαν και ο Μίκυ Μάους.

Δημιουργός του Μίκυ Μάους ήταν ο Ουώλντ Ντίσνει. Εκείνη την εποχή ο Ντίσνει έψαχνε να βρει έναν καινούριο πρωταγωνιστή κινούμενων σχεδίων προκειμένου να αντικαταστήσει τον προηγούμενο του ήρωα, τον Όσβαλντ τον Τυχερό Λαγό. Λέγεται πως ο Ντίσνει συνέλαβε την ιδέα να χρησιμοποιήσει ένα ποντίκι ως πρωταγωνιστή ταξιδεύοντας κάποτε με τρένο από την Νέα Υόρκη στο Χόλυγουντ μαζί με την γυναίκα του Λίλιαν. 

Το αρχικό όνομα που του είχε δοθεί ήταν «Μόρτιμερ Μάους» αλλά η σύζυγος του Γουόλντ Ντίσνευ του πρότεινε να το αλλάξει σε «Μίκυ» το οποίο και επικράτησε τελικά. Ο «Μίκυ» σχεδιάζεται συνήθως με κοντό κόκκινο παντελόνι, μεγάλα κίτρινα παπούτσια και γιγαντιαία άσπρα γάντια στα χέρια. Όμως, μεταξύ 1942 και 1944, το παντελόνι μάκρυνε και ο Μίκυ άρχισε να φορά επίσης σακάκι, γραβάτα, καπέλο και άλλα αξεσουάρ, που τον έκαναν να φαίνεται πιο μοντέρνος και ώριμος.

Αλλά και ο χαρακτήρας του Μίκυ, δεν παρέμεινε ίδιος. Αρχικά ήταν σκανδαλιάρης, ζούσε μία ανέμελη και περιπετειώδη ζωή, ενώ κάποιες φορές παρουσιαζόταν και ως κακός. Σιγά-σιγά όμως μεταμορφωνόταν προβάλλοντας έναν ηθικότερο τρόπο ζωής. Έτσι, ο «θορυβώδης» και γεμάτος ένταση Μίκυ έδωσε την θέση του σε ένα προσγειωμένο και πρόσχαρο τύπο, το ενδιαφέρον του οποίου επικεντρωνόταν στο οικογενειακό του περιβάλλον.

Επίσης, ο Αιβερκς δημιούργησε το πρώτο στριπ του Μίκυ (εκδοχή σε κόμικ της ταινίας κινούμενων σχεδίων Plane Crazy που εκδόθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1930, καθώς και την πρώτη ταινία κινούμενων σχεδίων, για την οποία παρήγε 700 σχέδια την ημέρα.) Ο Μίκυ έχει εμφανιστεί σε περισσότερες από 120 ταινίες, οι 5 από τις οποίες ήταν μεγάλου μήκους. Κέρδισε τρεις υποψηφιότητες, ένα ειδικό Όσκαρ , το οποίο απονεμήθηκε στον δημιουργό του, τον Ουώλτ Ντίσνευ, ενώ πρόσφατα απέκτησε το δικό του αστέρι στο «Πεζοδρόμιο της Φήμης» στο Hollywood.

Την ίδια δεκαετία στην Ευρώπη εμφανίστηκε «Τεν Τεν», δημιούργημα του Γάλλου Ερζέ, και στη συνέχεια επικράτησε η φυσιογνωμία του Γκοσινύ ο οποίος σε συνεργασία με άλλους δημιούργησε χαρακτήρες όπως ο «Ιζνογκούντ» ο «Λούκυ Λουκ» και ο «Αστερίξ». Ακόμα, στη περίοδο του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου εμφανίστηκαν κόμικς βίαιου και αντιπαιδαγωγικού περιεχομένου, γνωστά και ως « Underground Comix »

Ο Τεν Τεν, «γεννήθηκε» από το πενάκι του βέλγου κομίστα Ζορζ Ρεμί ( Ερζέ) στις 10 Ιανουαρίου 1929. Οι πρώτες του ιστορίες δημοσιεύτηκαν στο νεανικό ένθετο της εφημερίδας των Βρυξελλών «20ος αιώνας». Ο Τεν Τεν είναι ο ξανθομάλλης νεαρός με το χαρακτηριστικό τσουλούφι, που δουλεύει ως ρεπόρτερ και μπλέκεται σε απίθανες περιπέτειες μυστηρίου σε κάθε γωνιά του πλανήτη, μαζί με το πιστό του σκύλο Μιλού. Ο Μιλού είναι ταυτισμένος με τον Τεν Τεν και για πολλά χρόνια η σειρά είχε τίτλο «Οι περιπέτειες του Τεν Τεν και του Μιλού».

Η πρώτη περιπέτεια του νεαρού ρεπόρτερ με τον τίτλο «Ο Τεν Τεν στη χώρα των Σοβιέτ», που είδε το φως της δημοσιότητας το 1929, κατηγορήθηκε για αντικομουνισμό, επειδή ασκούσε κριτική στο σταλινισμό. Έτσι, για πολλά χρόνια ο Τεν Τεν θεωρήθηκε προιόν του Ψυχρού Πολέμου. Στις επόμενες περιπέτειες, ο ατρόμητος δημοσιογράφος αντιμετώπισε λαθρέμπορους ναρκωτικών, πολεμώντας πάντα τους κακούς και βοηθώντας τους αθώους και τα θύματα. Από εικαστικής πλευράς ο Ερζέ έχει πολλούς θαυμαστές για την καθαρή, εκφραστική και φωτεινή πινελιά του. Ο Ερζέ κυκλοφόρησε 23 άλμπουμ με ήρωα τον Τεν Τεν, τα οποία μεταφράστηκαν σε 56 γλώσσες και πούλησαν πάνω από 200 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο.

Ο Τεν-Τεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταπολεμικά, προκαλώντας την ζήλεια του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκολ, που είχε πει χαρακτηριστικά: « Ο μοναδικός διεθνής ανταγωνιστής μου είναι ο Τεν Τεν». Από τις αρχές της δεκαετίας του ‘70 η λάμψη του άρχισε να φθίνει, μετά τις κατηγορίες που εκτοξεύτηκαν εναντίον του για μισογυνισμό και ρατσισμό. Σήμερα, το « Ίδρυμα Ερζέ» που διαχειρίζεται τα δικαιώματα του Τεν Τεν είναι μία επικερδής βιομηχανία εκατομμυρίων ευρώ. Εκτός από τα βιβλία, ο ήρωας έχει πρωταγωνιστήσει στη μικρή και την μεγάλη οθόνη, αλλά και στο θέατρο.

Η σειρά κόμικ «Ιζνογκούντ» γεννήθηκε από το σεναριογράφο Ρενέ Γκοσινί και τον σχεδιαστή Ζαν Ταμπαρί. Το όνομα της σειράς είναι λογοπαίγνιο στη αγγλική γλώσσα (η λέξη Iznogoud είναι γαλλική προφορική έκδοση της φράσης «he is no good »και ανήκει στο κεντρικό χαρακτήρα της. Ο Ιζνογκουντ είναι ο Μεγάλος Βεζίρης του χαλιφάτου και έχει βάλει ως μοναδικό στόχο στη ζωή του να εκθρονίσει τον Χαρούν Ελ Πασάχ, ο οποίος και είναι ο Χαλίφης. Είναι αρκετά γνωστή η συνεχώς επαναλαμβανόμενη φράση του Ιζνογκουντ «Θέλω να γίνω χαλίφης στη θέση του χαλίφη».

Η Ελλάδα γνώρισε κάπως αργά τα κόμικς εξαιτίας των πολεμικών και πολιτικών αναταραχών και έτσι η ακμή τους στο ελλαδικό χώρο χρονολογείται από το 1950. Αρχικά, περιοδικά όπως η «Διάπλαση» είχαν προετοιμάσει το έδαφος για να γίνουν τα κόμικς πιο εύκολα δεκτά στο ελληνικό κοινό. Όσον αφορά την αμερικάνικη σχολή των κόμικς στη Ελλάδα κυκλοφόρησαν τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» τα οποία παρουσίαζαν έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας σε κόμικς. Την 1η Ιουλίου 1966 κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος Μίκυ Μάους και ακολούθησαν οι Υπερήρωες όπως είναι ο «Σούπερμαν», ο «Σπάιντερμαν» κ.α.

Τα πρώτα ελληνικά κόμικς έκαναν την εμφάνισή τους στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Από τα πρώτα ελληνικά περιοδικά κόμικς ήταν η «Βαβέλ», στη οποία υπήρχε και δουλειά ξένων σχεδιαστών. Η «Βαβέλ» είχε έντονο το στοιχείο της πολιτικής κριτικής. Το πρώτο ελληνικό περιοδικό κόμικς χωρίς καμία ξένη επιρροή ήταν οι Κωμωδίες του Αριστοφάνη σε κόμικς. Η σειρά κόμικς «Κωμωδίες του Αριστοφάνη» εκδόθηκε από τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις βασισμένη στις 11 σωζόμενες κωμωδίες του Αριστοφάνη. Τα κείμενα επεξεργάστηκε ο Τάσος Αποστολίδης και τα σκίτσα φιλοτέχνησε ο Γιώργος Ακοκαλίδης. Πολλά από τα τεύχη μεταφράστηκαν στα αγγλικά, στα γαλλικά και στα γερμανικά, ενώ συνολικά πουλήθηκαν περισσότερα από 700000 τεύχη. Η μεγάλη επιτυχία οφείλεται στο ότι χωρίς να ξεφεύγει από το αρχικό κείμενο κατάφερε να μεταφέρει την κριτική στη σύγχρονη πολιτική κατάσταση. Στη συνέχεια, μεγάλη επιτυχία γνώρισε ο «Αρκάς» με τον Ισοβίτη του οποίου οι ιστορίες χαρακτηρίζονται από ένα ιδιόρρυθμο, ανατρεπτικό και γλυκόπικρο χιούμορ.

Για το τέλος άφησα τα ιαπωνικά κόμικς τα οποία είναι γνωστά ως manga που σημαίνει «ανεύθυνη εικόνα». Διαβάζονται, όπως όλα τα ιαπωνικά περιοδικά από το οπισθόφυλλο. Είναι σύντομα κείμενα με άφθονες εντυπωσιακές σκηνές και εφφέ. Χαρακτηρίζονται από μεγάλη ελευθερία στη σελιδοποίηση, φιγούρες με πλούσια μαλλιά και μεγάλα μάτια, μπόλικη δράση και βία, συχνή χρήση της λέξης baka που σημαίνει χαζούλης και από αποσυμπιεσμένη αφήγηση. Η αποσυμπιεσμένη αφήγηση είναι μία τεχνική στα κομικς κατά την οποία μία σκηνή σπάει σε περισσότερα καρέ απ όσα μπορεί να διατυπωθεί. Κοινό χαρακτηριστικό επίσης σε όλα τα manga είναι η μειωμένη έμφαση στο πρότυπο του «σουπερ-ήρωα».