Η φωτογραφία πάνω στο πιάνο
Γράφει: Χριστίνα Καρρά (συγγραφέας)
Το μικρό αγόρι περιφερόταν ξεφυσώντας μέσα στην θεόρατη σάλα. Στα χείλη του σχηματίστηκε μια φούσκα από σάλια, σημάδι πως βαριόταν αφόρητα. Ένας αδέσποτος σκύλος που είχε μπει από την πόρτα που δεν είχε κλείσει καλά ο οκτάχρονος Παύλος, τον έκανε να τιναχτεί απότομα.Το ζώο ήταν αρκετά μεγαλόσωμο και το παιδί φοβήθηκε. Η πρώτη του αντίδραση ήταν να κρυφτεί πίσω από ένα έπιπλο που λειτουργούσε σαν τραπέζι για το μπουφέ που στηνόταν όταν ο παππούς του, ο διάσημος πιανίστας Κάρολος Ρέντης, έκανε την τιμή σε φίλους, γνωστούς και δημοσιογράφους να παίξει παλιά και νέα του κομμάτια αλλά κι όλο το κλασικό ρεπερτόριο με προτίμηση στον Λιστ. Ο μικρός έριχνε κλέφτες ματιές στον σκύλο ο οποίος το μόνο που έκανε ήταν να στέκεται στο ίδιο σημείο κουνώντας πέρα δώθε την φουντωτή ουρά του. Ο Παύλος αναθάρρησε και ξεμύτισε από την πρόχειρη κρυψώνα του. "Δεν σε φοβάμαι τελικά σκύλε κι ας είσαι πολύ ψηλός κι αγριομούρης" έκανε απευθυνόμενος στο τετράποδο. "Εγώ ξέρω ότι τα σκυλιά που έχουν οι φίλοι μου δεν έχουν τέτοια άγρια μούρη σαν κι εσένα " συνέχισε τον μονόλογο πλησιάζοντας περισσότερο τον σκύλο. "Μμμ τώρα που σε βλέπω από κοντά δεν είσαι δεν είσαι και τόσο χάλια " σχολίασε αφού τον περιεργάστηκε καλύτερα. "Θα σε φωνάζω Κακάο αφού έχεις το χρώμα του κακάο που πίνω κάθε πρωί ".
"Τι γίνεται εδώ;"ακούστηκε μια φωνή από το βάθος της σάλας. "Παππού πού είσαι τόση ώρα που σε περιμένω; Μου είχες υποσχεθεί βόλτα στο κέντρο της πόλης αλλά τώρα νύχτωσε " παραπονέθηκε ο Παύλος.
"Έχεις δίκιο αγόρι μου δεν τα κατάφερα δυστυχώς αλλά κι αύριο μέρα είναι! Θα σε πάω και για παγωτό μετά την βόλτα ,τι λες;"
"Στο μαγαζί που σερβίρουν τεράστιες μπάλες μέσα σε γυάλινο καραβάκι;" γούρλωσε τα μάτια ο μικρός .
"Όμορφο πλασματάκι μου εσύ ,φυσικά και ναι!" απάντησε ο πιανίστας. "Αυτός ο σκύλος δίπλα σου έχει σίγουρα ανάγκη από τροφή και φροντίδα .Αλήθεια πως βρέθηκε εδώ;"
Ο Παύλος απολογήθηκε για την πόρτα που άφησε κατά λάθος ανοιχτή κι ο παππούς του επισήμανε πως όφειλε να είναι πιο προσεκτικός καλώντας ταυτόχρονα τον Δήμο, τον άνθρωπο που επί πολλά χρόνια εκτελούσε χρέη οικιακού βοηθού και ήταν για τον πιανίστα πια άνθρωπος της οικογένειας .Του ζήτησε να "σουλουπώσει"τον σκύλο κι εκείνος δέχτηκε με χαρά αφού λάτρευε τα ζώα γενικώς .
Ο πιανίστας κάθισε μπροστά από το πιάνο κι άρχισε να παίζει ένα παλιό, γνώριμο κομμάτι του. Ο εγγονός του τον άκουγε με σεβασμό και προσήλωση παρόλο που προτιμούσε την ραπ. Τον θαύμαζε πολύ τον παππού και τον αγαπούσε. Μόλις πάτησε το τελευταίο πλήκτρο και οι μύες του προσώπου του χαλάρωσαν ξανά ο εγγονός του είπε: "Παππού ήθελα τόσον καιρό να σε ρωτήσω κάτι. Ποιά είναι αυτή η γυναίκα στην φωτογραφία που έχεις πάντα πάνω στο πιάνο; Είναι λίγο άσχημη ,η μύτη της είναι σαν μάγισσας". "Έλα εδώ να σε αγκαλιάσω πρώτα κι ας με στεναχωρεί που δεν σου αρέσει το πιάνο και δεν θέλεις να μάθεις να παίζεις .Δεν σου έχω μιλήσει ποτέ για την γυναίκα της φωτογραφίας που για μένα είναι η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου.Την έλεγαν Σπυριδούλα και την αγαπούσα πολύ. Ηταν η γυναίκα που στην ουσία με μεγάλωσε, η δεύτερη μητέρα μου".
"Δεν ζει πια;"
"Όχι παιδί μου. Είναι αναπαυμένη από την χρονιά που πήγα φαντάρος"
Ύστερα από πολλά χρόνια, εικόνες της Σπυριδούλας με εκείνον περνούσαν από μπροστά του, άλλες με αργό κι άλλες με γρήγορο ρυθμό. Έβλεπε τον εαυτό του να ξεροκαταπίνει από αγωνία όταν η μητέρα του του ανακοίνωνε ότι κουρασμένη από τα τερτίπια και τις σκανταλιές του, ανέθετε στην Σπυριδούλα, την οποία αποκαλούσε νταντά, την περαιτέρω ανατροφή του. Μπορούσε σχεδόν να ακουμπήσει το πολύχρωμο τόπι που του δώρισε η Σπυριδούλα με το οποίο έπαιζε κρυφά επειδή η μητέρα του το απαγόρευε θεωρώντας την ενασχόληση με τέτοιου είδους παιχνίδια κάτι που άρμοζε μόνο σε φτωχούς, όχι σε αυτούς! Στα μάτια του ήρθαν ξανά δάκρυα σκεπτόμενος τον πατέρα του που πέθανε απότομα.Ένας άνθρωπος πραγματικό χρυσάφι!Η μητέρα του θα άφηνε τον μικρό Κάρολο εντελώς στα χέρια της Σπυριδούλας. Το μόνο που την απασχολούσε πια ήταν ποιόν εραστή θα έμπαζε στην κρεβατοκάμαρα της ."Εσένα εμπιστεύομαι μονάχα Σπυριδούλα " της είπε μια φορά ."Εσύ είσαι η μάνα μου". Η φωνή της νταντάς ήχησε για πρώτη και τελευταία φορά πολύ αυστηρή .
"Ποτέ μην την ξαναπείς αυτή την κουβέντα .Μάνα είναι μόνο μια".
Μια φορά που τόλμησε να την επαναλάβει τον απείλησε μάλιστα με άμεση παραίτηση . Εικόνες από κάποια μεσημέρια που τον έπαιρνε στην κουζίνα και του μάθαινε να φτιάχνει σπιτική μαρμελάδα, εικόνες όταν της εξομολογήθηκε στα δεκατρία τον έρωτα του για μια συμμαθήτριά που μάλλον δεν τον ήθελε ,εικόνες της μητέρας του παραδομένης πλέον στην ηδονή και τα ναρκωτικά ...Η τελευταία εικόνα που τρεμόπαιξε για λίγο μπροστά του σαν πυγολαμπίδα στα τελευταία της, ήταν εκείνη της Σπυριδούλας να αιμορραγεί ύστερα από τρακάρισμα που είχε ."Να προσέχεις, σε αγαπώ "ήταν τα τελευταία της λόγια λίγο πριν πεθάνει μέσα στην αγκαλιά του .
"Παππού ,παππού γιατί κλαίς ;"τον σκούντηξε ο Παύλος . "Από χαρά αγόρι μου που είσαι εδώ κοντά μου ".