«Η μάγισσα που ήθελε να γίνει γιατρός»

2019-02-03 18:32

Γράφει: Μαίρη Κάντα

Μία φορά και ένα καιρό σε ένα μικρό σπίτι βαθιά μέσα στο δάσος, ζούσε μία οικογένεια μάγων. Η μικρή  Χλόη, ο πατέρας της Χανς και η μητέρα της Κλαίρη. Οι γονείς της Χλόης εργάζονταν στο Υπουργείο Μαγείας. Δουλειά τους ήταν να κατασκευάζουν επικίνδυνα φίλτρα, να τρομάζουν και να κάνουν κακό στους ανθρώπους και στα ζώα. Λάτρευαν την δουλειά τους και ήλπιζαν στο μέλλον να δουλέψει και η κόρη τους στο Υπουργείο Μαγείας.

Η Κλαίρη και ο Χάνς μάθαιναν στη κόρη τους την μαγεία και την κατασκευή των φίλτρων. Μα η Χλόη δεν ήθελε να είναι κακιά μάγισσα. Ήθελε να σπουδάσει και να γίνει γιατρός. Στεναχωριόταν κάθε φορά που έβλεπε τους γονείς της να ετοιμάζουν το φίλτρο του μίσους.

Μία μέρα οι γονείς της είπαν πως ήταν αρκετά μεγάλη για να μαθητεύσει στο σχολείο των μάγων για να μάθει την σκοτεινή μαγεία. Εκείνη αρνήθηκε και τους είπε τι ονειρευόταν να κάνει. Οι δύο μάγοι θύμωσαν πολύ. Ποτέ κανένας μάγος δεν είχε αρνηθεί μία θέση στο σχολείο των μάγων. «Είσαι τρελή. Ποτέ δεν θα γίνεις γιατρός» φώναξε ο πατέρας της. «Όλοι στη οικογένεια μας ήταν περήφανοι κακοί και σκοτεινοί μάγοι. Τι είναι αυτά που λες τώρα;» είπε και η μητέρα της.

Έπειτα οι γονείς της καυγάδισαν μεταξύ τους. «Εσύ φταις» είπε ο Χανς στη γυναίκα του και συνέχισε «Την κακόμαθες». Η Κλαίρη ανταπάντησε και έριξε τις ευθύνες στον άντρα της.  Η Χλόη βλέποντας τον καυγά των γονιών της, αποφάσισε να το σκάσει από το σπίτι. Μαζί της πήρε το καπέλο τη, τον μαγικό αόρατο μανδύα της και ένα φίλτρο που είχε ετοιμάσει εκείνη.

Κρύφτηκε αρχικά στο δάσος. Με το αόρατο μανδύα της ένοιωθε ασφάλεια. Όταν το φορούσε κανένας μάγος δεν μπορούσε να την εντοπίσει. Μόνο οι θνητοί και τα ζώα του δάσους μπορούσαν να δουν την Χλόη. Μα δεν μπορούσε να μείνει για πάντα κρυμμένη και μέσα στο δάσος. Ήθελε να κάνει το όνειρο της πραγματικότητα. Έτσι άρχισε να βαδίζει προς την πόλη. Η διαδρομή ήταν μεγάλη και δύσκολη.

Καθώς περπατούσε, άκουσε κλάματα. Σταμάτησε για λίγο και προσπάθησε να ακούσει από πού ερχόταν το κλάμα. Πίσω από κάποιους θάμνους είδε ένα μικρό ελάφι. Το πόδι του είχε παγιδευτεί σε μία μεγάλη σιδερένια παγίδα. Η Χλόη πλησίασε προσεκτικά την παγίδα και προσπάθησε να απελευθερώσει το ελάφι. «Πρόσεχε» της είπε το ελάφι «Ο κυνηγός είναι κοντά. Θα σου κάνει κακό». Η μικρή μάγισσα του χαμογέλασε και προσπάθησε να ανοίξει την παγίδα. Από μακριά άκουσε τους πυροβολισμούς του κυνηγού. Έπρεπε να βιαστεί. Ευτυχώς, λίγο πριν να πλησιάσει ο κυνηγός, απελευθέρωσε το πόδι του ελαφιού.

«Σε ευχαριστώ πολύ» είπε το ελάφι και πήγε να φύγει. Μα η Χλόη πρόσεξε πως το πόδι του έτρεχε αίμα. Έσκισε ένα μικρό κομμάτι ύφασμα από το παντελόνι της και έδεσε με αυτό το πόδι του. «Να προσέχεις» του είπε και το αποχαιρέτησε. Συνέχισε την διαδρομή της. Ήταν αποφασισμένη.

Για να φτάσει στη πόλη έπρεπε να περάσει από ένα μεγάλο ποτάμι. Φοβόταν να κολυμπήσει γιατί δεν ήξερε καλό κολύμπι. Έμεινε για ώρα εκεί. Κάποια στιγμή είδε στο ποτάμι να επιπλέουν κάποια κλαδιά δέντρων. Έτσι αποφάσισε να βρει κάποιο μεγάλο κορμό και να το χρησιμοποιήσει για να περάσει απέναντι.

Ήταν χαρούμενη όταν πέρασε απέναντι. Λίγο πριν να φύγει όμως από το ποτάμι, είδε ένα μικρό λύκο μέσα στο ποτάμι. Προσπαθούσε να βγει στην όχθη μα δεν μπορούσε. Τα νερά του ποταμιού ήταν πολύ ορμητικά και κατέληγαν σε ένα μεγάλο καταρράκτη. Η Χλόη με την βοήθεια ενός κλαδιού κατάφερε και έπιασε το λυκάκι πριν να πνιγεί

Όμως, στη προσπάθεια της να σώσει το ζώο, σκίστηκε σε ένα σημείο ο μαγικός χιτώνας, χωρίς να το καταλάβει η Χλόη. Έτσι συνέχισε να περπατάει. «Σύντομα το όνειρο μου θα πραγματοποιηθεί» σκεφτόταν η Χλόη και τραγουδούσε χαμηλόφωνα

Μα λίγα βήματα πριν να φτάσει στη πόλη, την βρήκε ο πατέρας της και εμφανίστηκε μπροστά ης.. «Θα έρθεις στο σπίτι. Αύριο ξεκινάς μαθήματα» είπε και την τράβηξε με δύναμη για να την ανεβάσει στη σκούπα του. «Δεν θέλω. Δεν θέλω να είμαι κακιά και να με μισούν όλοι» είπε με κλάματα η Χλόη.

Ο πατέρας της όμως ήταν ανένδοτος. Η Χλόη τότε έβγαλε από το καπέλο της, το μαγικό φίλτρο και το έριξε πάνω του. Εκείνος ταράχθηκε και της άφησε το χέρι. «Είναι ένα ξόρκι αγάπης. Σε αγαπώ πολύ μπαμπά. Μα εγώ θα αποφασίσω αν θα είμαι καλή μάγισσα ή κακιά μάγισσα. Και αποφάσισα να ακολουθήσω το όνειρο μου. Αντίο» είπε η Χλόη και απομακρύνθηκε. Ήξερε πως πια δεν κινδύνευε από τους γονείς της. Σύντομα θα γινόταν μία πολύ καλή γιατρός.