Η τσιπούρα κι ο καρχαρίας
Γράφει: Χριστίνα Καρρά (συγγραφέας)
Η τσιπούρα κολυμπούσε εδώ και ώρες στα καταγάλανα νερά του τεράστιου ωκεανού. Αν και καμάρωνε που δεν φοβόταν να εξερευνήσει τον βυθό του που διέφερε τόσο από εκείνον της θαλασσίτσας στην οποία ζούσε εντούτοις αισθανόταν πολύ μόνη. Δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει πίσω στο κοπάδι της.
“Είσαι κομματάκι παρορμητική κι άμυαλη ή μου φαίνεται;” ακούστηκε ξάφνου μια φωνή.
Το ψάρι σταμάτησε να κολυμπάει και προσπάθησε να καταλάβει σε ποιόν ανήκαν αυτά τα λόγια. Δεν άργησε να εντοπίσει το πλάσμα που έκανε αυτή την κάπως ενοχλητική ερώτηση. Ένας μικροκαμωμένος αστερίας που είχε κολλήσει πάνω σε μια αρκετά μεγάλη πέτρα την κοιτούσε επίμονα.
“Προσπαθείς να με προσβάλλεις αστερία;”
“Ω κάθε άλλο ψάρι μου! Προσπαθώ να σε προστατέψω, αφού συχνά πυκνά από δω περνάει ο εχθρός που ακούει στο όνομα καρχαρίας!” Η τσιπούρα δεν καταλάβαινε και πολλά από αυτά που άκουγε. Δεν γνώριζε τι εστί καρχαρίας καθώς αυτό το ον δεν ζούσε στα νερά που εκείνη είχε μεγαλώσει.
“Δεν με ενδιαφέρουν αυτά που αναφέρεις αστερία. Εάν δεν γνωρίσω κάποιον από κοντά δεν μπορώ να τον χαρακτηρίσω εχθρό!” Ο αστερίας έβγαλε έναν αναστεναγμό απογοήτευσης.
Η τσιπούρα περιπλανήθηκε για αρκετές ώρες ανάμεσα σε πολύχρωμα υδρόβια φυτά και λίθινες σπηλίτσες του βυθού.
“Είναι κανείς εδώ; Είναι κανείς εδώ,χρειάζομαι βοήθεια!”
Η τσιπούρα κολύμπησε με αστραπιαία ταχύτητα προς την μεριά από όπου ακουγόταν η φωνή. Ένα τεράστιο γκρίζο ψάρι με δόντια κοφτερά σαν λεπίδες είχε παγιδευτεί μέσα σε ένα παράξενο, όμοιο με φράχτη φυτό. Δεν μπορούσε να βγει με τίποτα από εκεί λόγω του όγκου του και το σημείο ήταν τέτοιο που τα δόντια του δεν έφταναν για να “πριονίσει”το φυτό. Με πραγματικά γρήγορες κινήσεις η τσιπούρα κατάφερε, αν και με κόπο, να ροκανίσει όσα σημεία του φυτού ήταν απαραίτητα για να ελευθερωθεί το μεγάλο τούτο ψάρι.
“Σε ευχαριστώ πολύ τσιπούρα. Υπό άλλες συνθήκες θα γινόσουν το γεύμα μου. Από δω και μπρος όμως σε θεωρώ αδελφή μου” έκανε ο καρχαρίας.
Για πολύ καιρό κολυμπούσαν πλάι πλάι,όντας καλοί φίλοι πια. Ώσπου ένα πρωινό ο καρχαρίας πείνασε πολύ. Ο τρόπος με τον οποίο κοίταξε την τσιπούρα, δεν της άρεσε καθόλου...