Όλα μπορούν να συμβούν...
Γράφει: Μαίρη Κάντα
Τι μου έμαθε η σημερινή μέρα; ‘Όλα μπορούν να συμβούν την πιο ακατάλληλη στιγμή και το σύμπαν θα βοηθήσει σε αυτό. Ακούς αγαπητέ σύμπαν; Μη περιμένεις να σε ευχαριστήσω για αυτό που με δίδαξες σήμερα. Ήταν 5:30 το πρωί όταν μία υγρή μουσούδα έγλειψε το χέρι μου. «Θα σε βγάλω αργότερα έξω» είπα με κλειστά μάτια ακόμα και γύρισα από την άλλη. Ο σκύλος ξάπλωσε δίπλα μου ξανά. «Ουφ, γλίτωσα την βόλτα» σκέφτηκα ανακουφισμένη και κοιμήθηκα ξανά. Όχι για πολύ. Στις 5:45 άρχισε να γαυγίζει ο σκύλος και να φωνάζει η μητέρα μου από το άλλο δωμάτιο: «Βγάλε το σκυλί βόλτα, θα ξεσηκώσει την γειτονιά το γαύγισμα του».
Δεν μπορούσα να μη υπακούσω. Σηκώθηκα από το κρεβάτι, αργά-αργά. Ήλπιζα πως μέχρι να σηκωθώ από το κρεβάτι, ο σκυλάκος μου θα άλλαζε γνώμη. Μπορεί να ήθελε να κοιμηθεί λίγο ακόμα. Αμ δε! Με το ένα του μάτι κοιτούσε εμένα που διέσχιζα το δωμάτιο με ρυθμούς χελώνας και με το άλλο του μάτι κοιτούσε την κεντρική είσοδο για να φύγει. Αν είχε φωνή, θα μου έλεγε: «Ή παίρνεις τα χοντρά πόδια σου και με πας βόλτα ή θα φύγω και θα ψάχνεις να με βρεις». Το βλέμμα του ήταν τόσο άγριο που φοβήθηκα η έρμη. Έψαξα να βρω κάτι πρόχειρο να φορέσω… Και μαντέψτε τι φόρεσα! Χμ, κοντά πέσατε...Όπως έψαχνα στην ντουλάπα, βρήκα ένα παντελόνι γεμάτο με ροζ και γαλάζια αρκουδάκια τρία νούμερα μεγαλύτερο και αρκετά εκατοστά κοντύτερο. Δεν ξέρω από πού ξέθαψα το συγκεκριμένο ωραιότατο –κατ τα άλλα- παντελόνι, ούτε γιατί ήταν τόσο μεγάλο, αλλά το φόρεσα. «Δεν βαριέσαι» σκέφτηκα, «ποιος θα με δει τόσο νωρίς;». Βρήκα και μπλούζα που ταίριαζε απόλυτα: με διάφορα χρωματιστά λαγουδάκια. Φόρεσα και τις σαγιονάρες που είχα στο σπίτι, πήρα το κολάρο του σκύλου και βγήκα στο δρόμο.
Μόνη! Δίχως το σκύλο…..! Εκείνος με περίμενε μέσα στο σπίτι. Με κοιτούσε από το παράθυρο, με βλέμμα σαν του ροφού. Είπαμε, ήταν πολύ πρωί και δεν είχα πιεί ούτε καφέ. Δεν πτοήθηκα. Πήρα το σκύλο και πήγα ξανά στο δρόμο. Με το ένα χέρι κρατούσα το λουρί του σκύλου και με το άλλο το παντελόνι για να μη μου πέσει κάτω. Ο αέρας σήκωνε ψηλά τα αχτένιστα μακριά μαλλιά μου. «Ευτυχώς δεν υπάρχει κανείς στο δρόμο» σκέφτηκα την στιγμή που μια ηλικιωμένη βγήκε από το σπίτι της και μάλλον ήθελε κουβέντα. «Πού πας τέτοια ώρα; Τον σκύλο βόλτα;» με ρώτησε και έγνεψα καταφατικά. « Να βρεις και ένα καλό παιδί να παντρευτείς και να κάνεις παιδί. Και να αφήσεις τον σκύλο»
Δεν πρόλαβα να απαντήσω, όταν ο σκύλος αποφάσισε να δράσει. Αποφάσισε να τρέξει προς την αντίθετη πλευρά. Δεν του άρεσαν φαίνεται καθόλου τα λόγια της γυναίκας. Έτρεξε τόσο πολύ και μαζί του εγώ μέχρι που χάλασε η παντόφλα και έπεσα κάτω. Και το χειρότερο; Το XXXL παντελόνι που φορούσα είχε κατεβεί κάποια εκατοστά προς τα κάτω! Αγνοώντας τον πόνο και τα ματωμένα γόνατα μου, σηκώθηκα αμέσως όρθια. Φορώντας πλέον μόνο την μία παντόφλα επέστρεψα σύντομα στο σπίτι μου. Ήταν πολύ πρωί, σχεδόν κανένας δεν με είδε… Εκτός από την ηλικιωμένη κυρία… που… διαδίδει τα νέα στην γειτονιά πιο γρήγορα και από την ταχύτητα του φωτός….! Αύριο μετακομίζω...