Πιρουέτες στο πάγο

2020-09-28 09:30

Γράφει: Χριστίνα Καρρά (συγγραφέας)

Η Σουζάνα καθόταν στο παλιό πράσινο παγκάκι που κάποτε είχε μια πολύ πιο αρχοντική όψη.Ο χρόνος όμως διόλου δεν το σεβάστηκε. Ω ναι τούτο το παγκάκι δεν ήταν όποιο κι όποιο.Ήταν ένα δημιούργημα του απόλυτου έρωτα, του αέναου πάθους και της αιώνιας αφοσίωσης.Ο Ορέστης, ένα παλικάρι με ελληνικές ρίζες, το είχε κάποτε κατασκευάσει για τον χτύπο της καρδιάς του, που άκουγε στο όνομα Τάνια. Ο Ορέστης ζούσε με την Ελληνίδα μητέρα του Άσπα και τον Ρώσο πατέρα του Νικολάϊ κοντά στη Μόσχα. Αν και μιλούσε καλά Ελληνικά δεν αισθανόταν και πολύ κοντά στην ελληνική κουλτούρα. Η κάπως αλέγρα στάση των Ελλήνων απέναντι στην ζωή δεν τον έβρισκε απολύτως σύμφωνο.Παρόλα αυτά λάτρευε τους αρχαίους σοφούς.
 
Η Τάνια ήταν μια γειτονοπούλα απαράμιλλης ομορφιάς.Οι έμποροι γονείς της,της παρείχαν στην κυριολεξία τα πάντα! Εκτός από ένα, την αφοσίωση και την ζεστασιά που τόσο πολύ είχε ανάγκη αυτό το κορίτσι. Δεν γινόταν βέβαια επίτηδες, αφού είχαν απορροφηθεί από την ασταμάτητη προσπάθεια απόκτησης ολοένα και περισσότερου πλούτου.
 
Την Τάνια ο Ορέστης την είχε γνωρίσει από κοντά λίγες μέρες πριν τα γενέθλιά της, ένα απόγευμα του Νοέμβρη. Κρυμμένος ανάμεσα σε κάποιες φυλλωσιές που είχαν γλιτώσει από την κρυσταλλική δίνη του παγετού, την είχε δει να εκτελεί απίστευτα άρτιες κι αρμονικές πιρουέτες πάνω στην απ'άκρη σ'άκρη παγωμένη λίμνη.Τα παγοπέδιλα έμοιαζαν υποταγμένα σε αυτή την νύμφη του χιονιά, στην Τάνια. Όσο περισσότερο την παρατηρούσε τόσο ήθελε να της ψιθυρίσει:"Σ'αγαπώ είσαι η αρχή και το τέλος μου!" Κι εκεί που καθόταν και την χάζευε, ένας θόρυβος τον ανάγκασε να στρέψει το βλέμμα του προς τα δεξιά. Αυτό που αντίκρισε του έκοψε την ανάσα. Ήταν γκρίζος με αρχοντικό παράστημα.Στα μάτια του πράσινο και θαλασσί κονταροχτυπιούνταν.Ο νεαρός ένιωθε την ψυχρή ανάσα του μεγαλόσωμου σχεδόν γιγάντιου λύκου να διαπερνά κάθε κύτταρο του κορμιού του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε λύκο μα η απόσταση μεταξύ τους ήταν σαφώς μεγαλύτερη.
 
Φόβος ανάμικτος με τόλμη προσπαθούσαν να δώσουν την λυτρωτική, την σωτήρια λύση.Υπερίσχυσε τελικά η τόλμη. Με απίστευτα αποθέματα ψυχραιμίας κοίταξε το ζώο μες τα μάτια σαν ίσος προς ίσον.Ο λύκος υποχώρησε κάνοντας δύο βήματα προς τα πίσω. Όταν δε άρχισε να απομακρύνεται γοργά, ο Ορέστης αισθάνθηκε ανακουφισμένος. Ευχαριστημένος από την έκβαση, κοίταξε ξανά μέσα από τις φυλλωσιές. Η καρδιά του σταμάτησε για λίγα δευτερόλεπτα, ήταν ένας ζωντανός νεκρός.
 
Ο λύκος πορευόταν προς το κορίτσι που έκανε εκείνη την ώρα άλλη μια πιρουέτα. Αργά,νωχελικά έστηνε πονηρά την ενέδρα του. Ενέδρα αίματος και θανάτου. Ο Ορέστης άφησε την λογική στην άκρη.Τώρα μιλούσε ο έρωτας, η πλήρης αψήφιση του κινδύνου. Σαν αιλουροειδές ξεπήδησε μέσα από τα φύλλα.Η Τάνια δεν πρόλαβε να αντιδράσει, αφού την άρπαξε ακαριαία κουβαλώντας την σαν σακί στην πλάτη του. Κινδύνεψε και να γλιστρήσει μα η θεά τύχη στάθηκε ευνοϊκή απέναντί του. Έτσι η Τάνια χάρη στον ερωτευμένο Ορέστη δεν κατέληξε ανάμεσα στα αιμοσταγή δόντια του λύκου.
 
Μέρα με την μέρα η αγάπη των δύο νέων ρίζωνε όλο και πιο βαθιά.Ο Ορέστης ως μαραγκός που ήταν κατασκεύασε μάλιστα κι ένα παγκάκι σωστό κομψοτέχνημα.Ένα παγκάκι μπροστά στην παγωμένη λίμνη, για να ξεκουράζεται η καλή του μετά από κάθε καλλιτεχνική της πιρουέτα. Ώσπου ένα απόγευμα συνέβη το μοιραίο.Η φύση είχε ήδη αρχίσει να φλερτάρει με την πλανεύτρα άνοιξη.Ο πάγος άρχισε να παραδίνεται δειλά δειλά στις θερμές ηλιαχτίδες.Το απόγευμα εκείνο η Τάνια θα παρουσίαζε στον Ορέστη μια νέα πιρουέτα. Μια πιρουέτα έκπληξη μονάχα για εκείνον."Δες με καλέ μου, δες με.Δες την πιρουέτα μου" κόμπαζε και χαχάνιζε εκείνη.
 
Κι ο Ορέστης είδε...Όχι όμως αυτό που ευελπιστούσε και ποθούσε, μια πιρουέτα αφιερωμένη σε αυτόν.Ο πάγος της λίμνης άρχισε να τρίζει στην αρχή αργά κι έπειτα όλο και πιο γρήγορα. Μέχρι να προλάβει ο νεαρός να σηκωθεί από το παγκάκι, τα κρύα, βαθιά νερά είχαν ήδη σκεπάσει το ντελικάτο σώμα της Τάνιας.Στην προσπάθεια του να την τραβήξει προς τα έξω γλίστρησε κι έπεσε κι αυτός μέσα στην τρύπα.Ο θάνατος των δύο νέων ήταν ταυτόχρονος.
 
Η Σουζάνα έκατσε στο παγκάκι μέχρι το σούρουπο. Με το κινητό της θέλησε να απαθανατίσει την ομορφιά της παγωμένης λίμνης.Την ώρα που ήταν έτοιμη να το κάνει ακούστηκε ένας θόρυβος πάνω στον πάγο. Από το πουθενά διαγράφονταν σχήματα πιρουέτας. Η κοπέλα έφυγε τρέχοντας τρομαγμένη. Ορισμένοι ισχυρίζονται πως οι πιρουέτες συνοδεύονται κι από ψιθύρους και γέλια. Εγώ τους έχω ακούσει...