Το λάθος δώρο
Γράφει: Χριστίνα Καρρά (συγγραφέας)
Ο άνδρας με το κόκκινο διαφημιστικό καπελάκι χτυπούσε δυνατά το κουδούνι της πολυκατοικίας πάνω στο οποίο αναγραφόταν με ξεθωριασμένα από το πέρασμα του χρόνου γράμματα Μ.Θεοφάνους. Ήταν η τέταρτη φορά που χτυπούσε κι αν δεν του άνοιγαν και τώρα θα κολλούσε την ειδοποίηση παραλαβής στο κουδούνι, αρκετή ώρα είχε καταναλώσει δίχως λόγο.
"Ναι, ποιός είναι παρακαλώ ;" ακούστηκε μια γέρικη, γυναικεία φωνή από το θυροτηλέφωνο.
"Από εταιρία κούριερ είμαι κυρία μου κι έχω κάτι για σας. Μπορώ να ανέβω να σας το φέρω;"
"Δεν περιμένω κάτι παιδί μου" ακούστηκε ξανά η φωνή .
"Με συγχωρείτε εσείς δεν είστε η Μαρία Θεοφάνους;"
"Βεβαίως και είμαι εγώ αγόρι μου ".
"Σε ποιόν όροφο είστε;"
"Στον τρίτο αλλά είναι χαλασμένος ο ανελκυστήρας. "
Ο υπάλληλος συγκράτησε μια βρισιά που πήγε να του ξεφύγει και ζήτησε ευγενικά να του ανοίξει την πόρτα. Αν και σε νεαρή ηλικία η φυσική του κατάσταση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί χειρότερη κι από εκείνη ενός συνταξιούχου. Μάλλον έπρεπε να κόψει τα πιτόγυρα και να αρχίσει την γυμναστική.Το κουτί που κουβαλούσε δεν ήταν πολύ βαρύ ωστόσο το μέγεθος του αρκετά μεγάλο κι άβολο. Φτάνοντας επιτέλους στο διαμέρισμα ,αντίκρισε μια γυναίκα εντελώς λιανή, με ανύπαρκτη καμπύλη στο σώμα της λες και ήταν χάρακας .
"Έλα πέρασε μέσα να σε κεράσω μια σπιτική λεμονάδα " του είπε χαμογελώντας σαν ντροπαλό κοριτσόπουλο.
"Εντάξει τόσους ορόφους ανέβηκα, μάλλον την αξίζω αυτή την λεμονάδα " είπε ο νεαρός. Ο εσωτερικός χώρος του σπιτιού φαινόταν ξεχασμένος από τον χρόνο. Μεταξωτά και κεντημένα στο χέρι ριχτάρια απλώνονταν σε καναπέδες και πολυθρόνες. Περίτεχνα σεμέν αποτελούσαν το κύριο χαρακτηριστικό του σαλονιού. Τα κάπως κακόγουστα αγαλματίδια που κοσμούσαν την μικρή βιβλιοθήκη προκάλεσαν το μειδίαμα του άνδρα. Ευτυχώς που η δική του η γιαγιά ήταν μοντέρνος άνθρωπος και δεν ζούσε σε μαυσωλείο !
"Είστε πάντως χρυσοχέρα, πολύ δροσιστική η λεμονάδα σας" της είπε και σηκώθηκε από τον καναπέ .
"Ω σε ευχαριστώ παλικάρι μου" του είπε και το πρόσωπο της φωτίστηκε .
"Να φέρω και κέικ με σιρόπι βατόμουρο;Πριν λίγο το έφτιαξα"."Αρκετά καθυστέρησα κυρία Θεοφάνους και το αφεντικό θα μου βάλει τις φωνές ".
"Εντάξει παιδί μου τότε δεν θα επιμείνω. Επειδή όμως είμαι λίγο αδέξια κι έχω και τα αρθριτικά μου μπορείς να με βοηθήσεις να ανοίξω το δέμα; Είμαι περίεργη να δω ποιός με θυμήθηκε ". Ο νεαρός δεν μπορούσε να της πει όχι κι έτσι με γρήγορες κινήσεις άνοιξε το μεγάλο κουτί. Η γυναίκα προσπάθησε να συγκρατήσει τα δάκρυα της, φαινόταν πολύ συγκινημένη .Ο τεράστιος μπλε λούτρινος αρκούδος με την κολλημένη στην κορδέλα που έφερε στον λαιμό καρτούλα ήταν πράγματι εντυπωσιακός.
"Παναγία μου τι ευτυχία είναι αυτή; Ύστερα από είκοσι ολόκληρα χρόνια ένα τέτοιο σημάδι! Πάντα ήξερε ο γιος μου ότι μου αρέσουν τα λούτρινα .Φορές φορές με κορόιδευε μάλιστα για αυτό. "Βρε μαμά κάνεις σαν μωρό" μου έλεγε ο χρυσός μου. Δεν είχα λογαριάσει πόσο απρόβλεπτη μπορεί να γίνει τελικά η ζωή "Με προσεκτικές κινήσεις κι αφού φόρεσε τα γυαλιά της αφαίρεσε την κάρτα από την κορδέλα "Σε αγαπάω και συγγνώμη" διάβασε φωναχτά ενώ τα μάτια της υγράνθηκαν."Αχ γιε μου! Σχεδόν αμούστακος ήταν όταν πριν από είκοσι χρόνια τσακωθήκαμε πολύ άσχημα κι εκείνος κοπάνησε την πόρτα του πατρικού του ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του. Μου κράτησε κακία επειδή στην ουσία του διέλυσα με κάπως ύπουλο τρόπο τον δεσμό που είχε με μια κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του. Ανταλλάξαμε βαριές κουβέντες, εγώ τις πήρα πίσω, αυτός όχι. Δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματα μου. Κάποια στιγμή έμαθα πως έφυγε κι από την Ελλάδα. Τι χαρά μου έδωσες αγόρι μου, σε ευχαριστώ πολύ".
Ο νεαρός ήταν έτοιμος να φύγει όταν έριξε μια ματιά στον φάκελο που είχε τόση ώρα ξεχασμένο στην μεγάλη τσέπη του μπουφάν του. Έγινε άσπρος σαν πανί. Είχε δώσει σε αυτή την ηλικιωμένη λάθος δέμα, ο φάκελος που έφερε σφραγίδα νοσοκομείου ήταν ο δικός της."Θεέ μου πώς της παίρνεις τώρα όλη αυτή την χαρά πίσω;" αναρωτήθηκε ."Αγνοείς απλά τον φάκελο και φεύγεις " του επέβαλε η συνείδηση του. "Αντίο κυρία Θεοφάνους να χαρείτε το δώρο σας" είπε κι έτρεξε προς την εξώπορτα...